Κυριακή, Δεκεμβρίου 10, 2006

Για τα καλοσωρίσματα...

είπα να κεράσω μια μπυρίτσα, έτσι που με καλοδεχθήκατε!

Στη δυτική Αφρική, μπυρίτσες πίνουμε στα σποτ - Spot, ναι. Περάστε, περάστε -- πόσο αλαφρό σε κάνει το μισοσκόταδο, μετά τον κάθετο ήλιο.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 09, 2006

Σύντροφοι (μας) χάσαμε

34 χρόνια. Το προσδόκιμο όριο ζωής -το χαμηλότερο πλέον στον κόσμο- μιας γυναίκας που ζει σήμερα στη Ζιμπάμπουε του Ρόμπερτ Μουγκάμπε, τού ηλικίας 82 ετών προέδρου, που κατηγορείται από όλες τις μεγάλες ανθρωπιστικές οργανώσεις ότι κυβερνά τη χώρα με απάνθρωπο, απολυταρχικό και αντιδημοκρατικό τρόπο από το 1980. Το 85% του πληθυσμού των 8 εκατ. ανθρώπων ζει σε κατάσταση απόλυτης φτώχειας. Το 90% εκείνων που υπηρετούν στον στρατό είναι φορείς του ιού HIV, που μπορεί να μετεξελιχθεί σε AIDS. Ο πληθωρισμός έχει φτάσει το 2.000% (Πηγή: «Independent», 17/11/2006).

Από τη σημερινή "Ελευθεροτυπία".

Υ.Γ. Όταν έφευγα από τη Ζιμπάμπουε τον Ιούλιο ο πληθωρισμός ήταν μόλις... 1.200%!

Υ.Γ.2 Από Έιτς πέθανε πριν από δυο βδομάδες και ο "κηπουρός της θείας", φωτογραφία του οποίου ανέβασα παλαιότερα στο μπλογκ

Σάββατο, Δεκεμβρίου 02, 2006

Σεζάρια Εβόρα: «Στα τραγούδια ζει ο τόπος μου»

Ήταν περίπου στην ηλικία των 16 χρόνων η Σεζάρια Εβόρα, όταν εκτίμησε το χάρισμα που είχε - να τραγουδάει ωραία. «Μου έλεγαν όλοι ότι τραγουδούσα καλά και άρχισα σιγά σιγά να το πιστεύω κι εγώ, να πιστεύω στον εαυτό μου και στη μουσική». Μια παρουσία με ιδιαίτερο βάρος σήμερα στην καρδιά των μουσικών του κόσμου, η Σεζάρια Εβόρα δεν έχει χάσει τίποτε από εκείνη την πρώτη πίστη. Κοιτάζει το κοινό στα μάτια, με αυτό το μελαγχολικό εγκάρδιο βλέμμα της, και το κοινό βλέπει στα μάτια της τον τόπο της και την καθημερινή ζωή στο Πράσινο Ακρωτήρι. «Έτσι όπως ταξιδεύουμε πάντα μαζί με τους μουσικούς», λέει, «είναι σα να φέρνουμε και το χωριό μαζί μας».

Η συνέχεια στα Νέα

Ακούστε το Saudade

Πέμπτη, Νοεμβρίου 23, 2006

Greg Marinovich and Joao Silva: The Bang Bang Club

Αυτό είναι χωρίς καμία υπερβολή ένα από τα πιο συγκλονιστικά βιβλία που διάβασα στη ζωή μου. Μιλά για τις εμφύλιες διαμάχες που ξέσπασαν ανάμεσα στους οπαδούς του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου και του Ινγκάθα, λίγο προτού ανατείλει στα χώματα της Νοτίου Αφρικής ο ήλιος της Δημοκρατίας.
Πρόκειται για ένα βιβλίο ντοκουμέντο που μιλά για το μίσος και το θάνατο, για την απώλεια κάθε είδους λογικής και ανθρωπιάς, κάτω από συνθήκες σκότους. Ο αφηγητής ένας, οι παραμυθάδες δύο, μέλη μιας παρέας φωτορεπόρτερ που κάθε μέρα έπαιζαν τη ζωή τους κορώνα γράμματα, σε μια προσπάθεια να βγάλουν την τέλεια φωτογραφία, να στείλουν σ’ ολόκληρο τον κόσμο εικόνες από τον παραλογισμό μιας υποκινούμενης από τους λευκούς εμφύλιας σφαγής.
Το κείμενο, είν’ αλήθεια, δε διεκδικεί κάποιες λογοτεχνικές δάφνες, αλλά αποτελεί ένα μοναδικό χρονικό, για τη φιλία, την τρέλα, την απώλεια, το θάνατο. Εκείνο που μοιάζουν να θέλουν να μας πουν οι συγγραφείς είναι ότι: «Όταν παίζεις με το κάθε μέρα ζάρια με το θάνατο, δεν μπορεί, κάποια μέρα θα σε κερδίσει.»
Και με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, όλοι έχασαν κάτι ή κάποιον. Άλλοι σπίτια και περιουσίες, άλλοι τα παιδιά τους και τους πατεράδες τους, άλλοι τα λογικά τους. Κάποιος απ’ την παρέα αυτοκτόνησε, αφού τα ναρκωτικά δεν τον βοηθούσαν πια να ξεφύγει απ’ τους εφιάλτες του, κάποιος τα παράτησε όλα και άρχισε να φωτογραφίζει τοπία, γάμοι και ζωές διαλύθηκαν, ψέματα αποκαλύφθηκαν, μάσκες έπεσαν.
Μου αρέσει η ωμή αυτή παράθεση της πραγματικότητας. Τα γεγονότα που αφηγούνται οι συγγραφείς συγκλονιστικά, οι εικόνες σπαρακτικές.
Και όλα αυτά με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο μαρτυράνε ότι αν δεν ήταν κι ο Μαντέλα, η χώρα δε θα γλίτωνε με τίποτα τον εμφύλιο πόλεμο. Ο Μαντέλα, με το παράδειγμά του άνοιξε το δρόμο για μια νέα δημοκρατική Νότιο Αφρική, μια χώρα πρότυπο, που ακόμη βρίσκεται στη σφαίρα του ονείρου, αλλά που τουλάχιστον δεν έχει διολισθήσει ξανά σ’ έναν ανόητο και οδυνηρό κύκλο αίματος.

Η πιο πάνω φωτογραφία χάρισε το Πούλιτζερ στον Κέβιν Κάρτερ, ένα από τα εκλεκτά μέλη της παρέας. Τρεις μήνες μετά αυτοκτόνησε...

Σάββατο, Νοεμβρίου 11, 2006

Πιο αγαπητή προσωπικότητα στον κόσμο ο Νέλσον Μαντέλα

Πιο αντιπαθητική ο Τζορτζ Μπους

Ο Νέλσον Μαντέλα είναι η πιο αγαπητή προσωπικότητα στον κόσμο, σε αντίθεση με τον αμερικανό πρόεδρο, Τζορτζ Μπους που είναι τελευταίος στις προτιμήσεις του κόσμου μαζί με τους ηγέτες του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, όπως δείχνει μια καναδική σφυγμομέτρηση που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Μελέτη του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων "Angus Reid Strategies" για λογαριασμό του μεγάλης κυκλοφορίας καναδικού περιοδικού "Maclean's" κατέταξε 19 προσωπικότητες του πολιτικού κόσμου ρωτώντας πολίτες από 20 χώρες και κατέγραψε τη δημοτικότητά τους.
Ο πρώην πρόεδρος της Νότιας Αφρικής και ήρωας-αγωνιστής για την κατάργηση του απαρτχάιντ, Νέλσον Μαντέλα, έρχεται πρώτος σε δημοτικότητα και ακολουθεί ο πρόεδρος της Microsoft και γνωστός φιλάνθρωπος, Μπίλ Γκέιτς.
Στην τρίτη θέση βρίσκεται ο Δαλάι-Λάμα, στην τέταρτη ο γνωστός τραγουδιστής και αγωνιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, Μπόνο, ακολουθεί ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, ενώ έκτος έρχεται ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Κόφι Αναν. Ο πρόεδρος Μπους βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις, είναι 16ος και ακολουθείται μόνο από τον ιρανό πρόεδρο, Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, τον ηγέτη της Χεζμπολάχ, Νασράλα και τον βορειοκορεάτη πρόεδρο Κιμ Γιονγκ Ιλ. Πάνω από τον κ. Μπους, στην 15η θέση βρίσκεται ο πρόεδρος της Βενεζουέλας, Ούγκο Τσάβες .
Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων, αναφέρει σε ανακοίνωσή του ότι η κατάταξη του κ. Μπους αξίζει να επισημανθεί ιδιαιτέρως γιατί βρίσκεται στο τέλος-τέλος μαζί με πολιτικούς τους ζητά από τη διεθνή κοινότητα να τους απορρίψει ως επικίνδυνους. Χαμηλές θέσεις στον κατάλογο των πλέον αγαπητών προσωπικοτήτων καταλαμβάνουν τόσο ο βρετανός πρωθυπουργός, Τόνι Μπλερ, 12ος, όσο και ο Πάπας Βενέδικτος 13ος αλλά και η Κοντολίζα Ράις 14η.

Από την Καθημερινή

Πέμπτη, Νοεμβρίου 09, 2006

Wilbur Smith: The Triumph of the Sun

Ο Ουίλμπουρ Σμιθ είναι ένας από τους πλέον αγαπημένους μου συγγραφείς. Ένας από εκείνους που πάντα καταφέρνουν να με συνεπάρουν με την πλοκή των έργων τους και τη δράση των ηρώων τους, μεταδίδοντάς μου ταυτόχρονα κάποιες γνώσεις.
Δεν ντρέπομαι να ομολογήσω ότι περισσότερα έμαθα από τα βιβλία του εν λόγω κυρίου για τη Ζιμπάμπουε, παρά από τα ιστορικά βιβλία.
Στο τελευταίο του μυθιστόρημα, τον «Θρίαμβο του Ήλιου», μας ταξιδεύει στο Σουδάν του 19ου αιώνα, όπου ξεσπά ένας αιματηρός πόλεμος ανάμεσα στους πολέμαρχους και πιστούς στον απεσταλμένο του Μωάμεθ ιμάμη Μαχντί, και τις δυνάμεις της Αιγύπτου, που με τη στήριξη των βρετανών εξουσιάζουν τη χώρα. Το Χαρτούμ τελεί υπό συνεχή αποκλεισμό, η πείνα και η χολέρα θερίζουν, οι άμυνες και οι αντοχές των πολιορκημένων γίνονται μέρα με τη μέρα όλο και πιο αδύνατες. Μέσα σ’ αυτό, λοιπόν, το κλίμα φθοράς, πόνου και παρακμής, όπου η ανθρώπινη αξιοπρέπεια εκμηδενίζεται, κάποιοι προσπαθούν να διατηρήσουν ζωντανή, με νύχια και με δόντια, την ελπίδα.
Τα πράγματα δεν είναι καθόλου ευοίωνα, αλλά που και που κάτι συμβαίνει, που αναπτερώνει τις ελπίδες.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες συναντώνται δύο από τις πιο φημισμένες δυναστείες των βιβλίων του Σμιθ: Οι Κόρτνι και οι Μπάλανταϊνς. Ο Ράιντερ Κόρτνι είναι ένας δαιμόνιος επιχειρηματίας και τυχοδιώκτης, ο Πένροντ Μπάλανταϊν είναι ένας παρασημοφορημένος λοχαγός των βρετανών Ουσάρων. Η τύχη στέλνει συνέχεια τον ένα στο δρόμο του άλλου: ερωτεύονται την ίδια γυναίκα, στρατεύονται στον ίδιο σκοπό, ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο, θα μπορούσαν ακόμη και να μισήσουν ο ένας τον άλλο, αλλά η μοίρα τους θέλει αντί εχθρούς στενούς σύμμαχους.
Ο Σμιθ φτιάχνει και πάλι μια περιπετειώδη ιστορία με καταιγιδιστική δράση, που καθηλώνει, αλλά που υστερεί σε σχέση με τα προηγούμενά του βιβλία σ’ ένα τομέα: στις εκπλήξεις, ή, αν προτιμάτε, στις ανατροπές. Με μια λέξη, αυτό είναι ένα βιβλίο, προβλέψιμο. Εδώ έχουμε όλες τις καθιερωμένες από το συγγραφέα προσωπικές διαμάχες, τις προδοσίες, τους ηρωισμούς.
Ωστόσο, για να λέμε τα πράγματα ακριβώς όπως έχουν, μία έκπληξη μας την επιφυλάσσει ο Σμιθ. Κι αυτή είναι ο έντονος ερωτισμός που αποπνέει το κείμενο. Παλλακίδες, αθώα κορίτσια και στην πρώτη ερωτική αφύπνιση γυναίκες, παρελαύνουν μέσα από τις σελίδες του. Ο έρωτας μοιάζει να είναι το κυρίαρχο στοιχείο, και είναι και το μόνο μας δίνει τις όποιες ανατροπές.
Είναι φανερό ότι ο Σμιθ γράφοντάς το ήταν ακόμη επηρεασμένος από το νέο του έρωτα, τη γυναίκα που παντρεύτηκε μόλις πρόσφατα, και την οποία περιγράφει σαν: “my helpmate, playmate, soulmate, wife and best friend”.
Όπως και νάχει, ο «Θρίαμβος του Ήλιου» είναι ένα καλογραμμένο βιβλίο, που μιλάει για τον έρωτα και την Αφρική. Για δύο έρωτες δηλαδή...
Ο Σμιθ είναι με διαφορά ο πιο εμπορικά επιτυχημένος λευκός αφρικανός συγγραφέας. Τα βιβλία του στην Ελλάδα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Bell.

Τρίτη, Νοεμβρίου 07, 2006

Καλά Νέα

Επιτέλους, μια ευχάριστη είδηση από τη Ζιμπάμπουε. Δικαστήριο του Μπουλοβάγιο απάλλαξε από τις κατηγορίες που τις βάρυναν - λόγω έλλειψης επιβαρυντικών στοιχείων - 180 γυναίκες, που είχαν συλληφθεί τον περασμένο Αύγουστο, στη διάρκεια διαδήλωσης που οργάνωσαν στην πόλη. Αφορμή γι' αυτή στάθηκε η απόφαση της κυβέρνησης να αλλάξει και πάλι το νόμισμα της χώρας. Οι γυναίκες υποστήριξαν ότι εκείνο που πρέπει ν' αλλάξει δεν είναι το νόμισμα αλλά η κυβέρνηση.
Η συνέχεια στο BBC από όπου και η φωτογραφία.

Κυριακή, Νοεμβρίου 05, 2006

Κλέμμενο, αλλά πολύ σχετικό

Starbucks: Οι «αποικιοκράτες» του καφέ
Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ στις 27/10/06, καθώς και έκκληση για σχετική δράση της Oxfam.Την προσπάθεια της Αιθιοπίας να κατοχυρώσει ως εμπορικά σήματα τις αιθιοπικές ποικιλίες καφέ Sidamο, Harar, και Yirgacheffe, προσπαθεί να εμποδίσει η ισχυρή αμερικανική αλυσίδα καφέ Starbucks, προκαλώντας καταγγελίες για «κλοπή του Τρίτου Κόσμου» από ανθρωπιστικές οργανώσεις...

Η συνέχεια στ0 Ημερολόγιο Καταστρώματος

Η επέλαση της Κίνας στην Αφρική

Ή, γιατί φταίνε για όλα οι αμερικάνοι...

"Η Κίνα θα παράσχει 5 δισεκατομμύρια δολάρια -υπό μορφή πιστώσεων και δανείων- σε χώρες της Αφρικής τα επόμενα τρία χρόνια και σχεδιάζει να διπλασιάσει την οικονομική βοήθεια προς την καθυστερημένη από πλευράς υποδομών, αλλά εξαιρετικά προικισμένη από πλευράς φυσικών πόρων, ήπειρο έως το 2009, δήλωσε σήμερα Σάββατο ο πρόεδρος της χώρας, Χου Τζιντάο.
Ο Χου είπε στους απεσταλμένους των περισσοτέρων από 40 χωρών της Αφρικής οι οποίοι συγκεντρώθηκαν στο Πεκίνο ότι η Κίνα θα παράσχει 3 δις δολάρια σε δάνεια υπό ευνοϊκούς όρους και 2 δις δολάρια ως πιστώσεις στην Αφρική.
"Η συνάντησή μας σήμερα θα μείνει στην ιστορία", είπε ο Χου, στην έναρξη της συνόδου Κίνας-Αφρικής.
Η Κίνα σχεδιάζει να διπλασιάσει το ποσό της βοήθειας που παρέχει εφέτος στην Αφρική έως το 2009, στο πλαίσιο της προσπάθειάς της να δημιουργήσει μια νέου τύπου στρατηγική συμμαχία και να ενισχύσει τη συνεργασία της με τις χώρες της Μαύρης Ηπείρου σε ανώτερο επίπεδο, είπε ο Χου."


Τα πιο πάνω μετέδωσε χθες το ΑΠΕ, αλλά και τα διεθνή πρακτορεία ειδήσεων. Και σαν Αδαής που είμαι καθόλου δεν εκπλάγηκα. Θα ήθελα, ωστόσο, να προσθέσω κάποιες πληροφορίες στα πιο πάνω: Α) Η Κίνα είναι πλέον με διαφορά η χώρα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις όπλων στην Αφρική. Β) Έχει αναλάβει σχεδόν πλήρως την εκμετάλλευση των πετρελαίων της Νιγηρίας, μπαίνοντας με την ισχύ του χρήματος στα αμερικάνικα χωράφια. Γ) Σε χώρες φτωχές όπως η Ζιμπάμπουε και η Σουαζιλάνδη, οι κινέζοι ελέγχουν σχεδόν τα πάντα, αφού δρόμοι, πανεπιστημία, γήπεδα κτλ, κτίζονται απ' αυτούς, είτε υπό μορφή "δωρεάς", είτε για κάποια τυπικά δήθεν τιμήματα. Μόνο στη Σουαζιλάνδη είδα τρία πανεπιστημιακά ιδρύματα που τελούν υπό τη φροντίδα των ανιδιοτελών κινέζων. Στην πρωτεύουσα Μπαμπάνε υπάρχουν τρία κινέζικα ταχυφαγάδικα και ένα μόλις αμερικάνικο. Παρόλ' αυτά, σαν έλληνες που είμαστε, ξέρουμε ότι κατά βάθος οι κινέζοι - όπως και οι ρώσσοι, άλλωστε - είναι πολύ καλά παιδιά και για όλα φταίνε οι αμερικάνοι. Γι' αυτό και δε βλέπουμε καμία διαδήλωση εναντίον των δύο πρώτων στα μέρη μας.

Σάββατο, Νοεμβρίου 04, 2006

Το Μαύρο και το Λευκό

Δύο διαφορετικά περιστατικά έκαναν το μπλογκ αυτό να ξυπνήσει από τη φθινοπωρινή του νάρκη. Το πρώτο ήταν ο θάνατος του πρώην προέδρου της Νοτίου Αφρικής P.W. Botha, ενός από τους πιο φλογερούς υπέρμαχους των φυλετικών διακρίσεων στη χώρα. Μιλώντας γι' αυτόν ο Νέλσον Μαντέλα, που θα έπρεπε να τον μισεί μέχρις εσχάτων, είπε ότι προς το τέλος της θητείας του ο μακαρίτης έκανε κάποια βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση, τα οποία ήρθε για να ολοκληρώσει ο Φρεντερίκ ντε Κλερκ. Ο Μαντίμπα απόδειξε για μια ακόμη φορά το μεγαλείο της ψυχής του, δικαιολογώντας απόλυτα το χαρακτηρισμό που του αποδίδουν, σαν ο "Πατέρας του Έθνους".
Το δεύτερο περιστατικό έχει να κάνει με την καλή λευκή συγγραφέα Ναντίν Γκόρντιμερ, μέλος του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου και πολέμιο των φυλετικών διακρίσεων. Η τελευταία έπεσε πρόσφατα θύμα ληστείας μέσα στο ίδιο της το σπίτι, αλλά αντί να τα βάλει με τους ληστές τα έβαλε με το σύστημα που εκτρέφει τέτοιες καταστάσεις - αθωώνοντας ουσιαστικά τους νεαρούς εγκληματίες - εκφράζοντας ταυτόχρονα τις δικές της απόψεις για το πως θα μπορούσε να βελτιωθεί η κατάσταση. Διαβάστε σχετικά στον Γκάρντιαν
Ο δρόμος για την ελευθερία παραμένει μακρύς, αλλά όσο ακούγονται φωνές όπως αυτές του Μαντίμπα και της Γκόρντιμερ, δεν μπορούμε παρά να είμαστε λίγο, έστω, αισιόδοξοι για το μέλλον...

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 08, 2006

Τραγούδι...

μετά από αρκετές μέρες.
Ακούστε την Yvonne Chaca Chaca στο

Ο συγγραφέας και η τυραννία

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΧΙΝΑ
«Ο Γουόλε Σογίνκα είναι ένας Τιτάνας, όχι μονάχα για τη Νιγηρία, αλλά για ολόκληρη την Αφρική»: μ' αυτή τη φράση ξεκινάει το άρθρο του για τον Αφρικανό νομπελίστα στο «New York Review of Books» ο Neal Ascherson. Αφορμή είναι η έκδοση του δεύτερου μέρους της αυτοβιογραφίας του συγγραφέα με τίτλο «You must set forth at dawn» (εκδόσεις Random House) είκοσι πέντε χρόνια μετά το «Ake: The years of childhood», όπου ο Σογίνκα ανακαλεί τα παιδικά του χρόνια, ως γόνου πλούσιας και διακεκριμένης οικογένειας της φυλής Γιορούμπα. Θεατρικός συγγραφέας και ποιητής, μυθιστοριογράφος και πολιτικός αναλυτής, εκδότης και ημερολογιογράφος, πολιτισμικός ιμπρεσάριος και ανεπίσημος διπλωμάτης, δημοκρατικός συνωμότης και ακάματος μαχητής της ελευθερίας, ο Σογίνκα σήμερα είναι γέρος και, όπως ο «Βολτέρος στο Φερνέ» στο ποίημα του Οντεν, «πολύ μεγάλος». Ωστόσο, δεν μπορεί να αναπαυθεί. Οι στίχοι του Οντεν, γραμμένοι σε εποχές άλλων, παλιότερων, φασισμών, είναι σαν να μιλάνε για τον ίδιο και για την Αφρική του 21ου αιώνα: «... Η νύχτα ήταν γεμάτη με κακό/ σεισμούς και εκτελέσεις. Σύντομα θα πέθαινε/ κι όμως πάνω από την Ευρώπη στέκονταν οι φρικτές τροφοί/ αδημονώντας να βράσουν τα παιδιά τους. Μονάχα οι στίχοι του/ ίσως και να μπορούσαν να τις σταματήσουν. Πρέπει να συνεχίσει να δουλεύει...»Κι έτσι ο Σογίνκα συνεχίζει να δουλεύει, ενώ στο φόντο του βιβλίου του διακρίνουμε ολοκάθαρα την ακολουθία των φρικτών αφρικανών τροφών που τόσο καλά γνώρισε και πολέμησε, διαφεύγοντας, σαν από θαύμα κάθε φορά, από τις κοχλαστές μαρμίτες τους. Φυλακίσεις, βασανιστήρια, εξορίες, ψυχολογικές ταπεινώσεις και επαγγελματικές καταστροφές, ένας ολόκληρος κρατικός μηχανισμός εναντίον του, από τη στιγμή που ξέσπασε ο νιγηριανός εμφύλιος (1967) αλλά πολύ καιρό αφότου τελείωσε (1970) δεν κατάφεραν να τον πτοήσουν. Η αυτοβιογραφία του Αφρικανού «γερο-Βολτέρου» δεν είναι ιστορικό έργο, αλλά η αφήγηση ενός ριψοκίνδυνου ταξιδιού μέσα από «σεισμούς και εκτελέσεις». Δεν είναι χρονικό, αλλά ένα επιδέξια δομημένο λογοτεχνικό έργο, που υφαίνει το χρόνο σε αναπάντεχα σχήματα. Τοποθετημένο στις ταραγμένες δεκαετίες μετά την ανακήρυξη της νιγηριανής ανεξαρτησίας το 1960, παρακολουθεί τη διαδοχή εννέα στρατιωτικών πραξικοπημάτων, το γενοκτόνο εμφύλιο με την Μπιάφρα, αναρίθμητες νοθευμένες εκλογικές αναμετρήσεις και αιματηρές εξεγέρσεις, αρκετές θνησιγενείς «επιστροφές στη δημοκρατία», κι από κοντά την ασταμάτητη ξένη χειραγώγηση και την ασύλληπτη ντόπια διαφθορά που γέννησε η ύπαρξη τεράστιων κοιτασμάτων πετρελαίου στο νιγηριανό υπέδαφος. Και φυσικά την ακραία φτώχεια και δυστυχία των ανθρώπων της πατρίδας του. Γιατί παρά το πετρέλαιο, μετά το '60 η νιγηριανή οικονομία συρρικνώθηκε κατά 2/3, το Λάγος, κάποτε γοητευτική πρωτεύουσα, μεταμορφώθηκε σε μια αδιάβατη, βρομερή παραγκούπολη και ο πληθυσμός αυξήθηκε από 55 εκατομμύρια το 1963 σε 134. Σπουδαίο βιβλίο ενός μόνιμα εξεγερμένου που πενθεί για την παρακμή της χώρας του, για το έθνος του «που κατάντησε ταυτόχρονα και ψοφίμι και αρπακτικό, αφού σκοτώνει και καταβροχθίζει το ίδιο του το είδος», η αυτοβιογραφία του Σογίνκα είναι μία από τις πιο έντιμες και τραγικές μαρτυρίες του αφρικανικού εγκλήματος που διεξάγεται, δεκαετίες τώρα, κάτω από τα αδιάφορα μάτια της Δύσης.

Κλεμμένο από την Ελευθεροτυπία

Περισσότερα για τον νομπελίστα αυτό συγγραφέα εδώ...

Λιονταράκι

Η φωτογραφία από το πάρκο Μιλουάνι στη Σουαζιλάνδη

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 02, 2006

Ένα τραγούδι...

από τον Άλφα Μπλόντι, που εμφανίζεται στο Φεστιβάλ Μάμα Άφρικα,
σας δίνω σήμερα. Τίτλος του: Peace in Liberia

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 01, 2006

Αρχίζει αύριο το Φεστιβάλ της Μαμάς Αφρικής...

Γι' αυτό και δημοσιεύω αυτούσια πιο κάτω την επίσημη ανακοίνωση:

Το MAMA AFRICA ART FESTIVAL γίνεται πραγματικότητα στις 2 και 3 Σεπτεμβρίου 2006, στο Πάρκο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης “Αντώνης Τρίτσης”, στο Ίλιον Αττικής.

Η πρωτοβουλία για την διοργάνωση του Φεστιβάλ ανήκει στην Μη-Kυβερνητική Οργάνωση ‘Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης’ (www.enow.gr)

Σκοπός είναι να συγκεντρωθούν όσο το δυνατό περισσότερα χρήματα για την ενίσχυση των δράσεων του Δικτύου Γυναικών Ευρώπης στην Αφρική, όπως η βοήθεια των Αφρικάνών γυναικών θυμάτων trafficking και επίσης να δοθεί η ευκαιρία να έρθουν στην επιφάνεια τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει καθημερινά η Αφρικανική Κοινότητα στην χώρα μας.

Το Φεστιβάλ έχει τεθεί υπό την αιγίδα των Αφρικανικών Κοινοτήτών της Ελλάδας. Στόχος είναι το Φεστιβάλ να καθιερωθεί σε ετήσια βάση, ως ένας θεσμός αλληλεγγύης και προσφοράς, μέσα από την μουσική, την έκθεση βιβλίου και φωτογραφίας, το χορό, την γαστρονομία (Αφρικανική κουζίνα), τα εργαστήρια κρουστών και τις άλλες τέχνες. Παράλληλα θα λειτουργήσει και αγορά ειδών Αφρικανικής λαϊκής τέχνης.

Για δύο μέρες, οι επισκέπτες θα έρθουν σε επαφή με την πλούσια κουλτούρα της Αφρικής, θα απολαύσουν τους θρύλους της Αφρικανικής μουσικής Alpha Blondy, Majek Fashek, Omar Faruk Tekbilek, Jambo Kenya αλλά και πολλά Ελληνικά συγκροτήματα, όπως Ρόδες, Locomondo, De Traces, Κώστα Χρονόπουλο, One Drop, BΩΞ, Ρεμπετόβεν, Anna Mystic (DJ set). Παράλληλα, δίνεται η ευκαιρία να δημιουργηθεί μια πολιτιστική πλατφόρμα έκφρασης για τους Αφρικανούς συμπολίτες μας.

Την παρουσίαση του MAMA AFRICA ART FESTIVAL θα αναλάβει η γνωστή για την δράση της ενάντια στον ρατσισμό και υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ΥΒΕΤ ΤΖΑΡΒΙΣ

Οι πόρτες του Φεστιβάλ θα ανοίγουν για το κοινό στις 12.00μμ.

Η τιμή του εισιτηρίου (20€ το διήμερο προπώληση και 15€ την ημέρα στο ταμείο) είναι μια ευχάριστη έκπληξη και ένα δυνατό κίνητρο για μαζική προσέλευση του κοινού. Το Φεστιβάλ απευθύνεται σε όλες τις ηλικίες (παιδιά κάτω των 10 ετών είναι δωρεάν). Ο επιλεγμένος χώρος – Πάρκο «Αντώνης Τρίτσης» – είναι κατάλληλος για όλη την οικογένεια, με πολλή πράσινο, καταπληκτικές λίμνες και υπέροχη θέα.

Χορηγοί Επικοινωνίας του Φεστιβάλ είναι η ΕΡΤ Α.Ε., ο Τηλεοπτικός Σταθμός “Blue Sky”, η εφημερίδα ΈΘΝΟΣ της Κυριακής και το περιοδικό ΕΙΚΟΝΕΣ, η εφημερίδες ΠΟΛΙΤΗΣ και ΜΕΤΡΟ, τα περιοδικά ως3, CITY 210, ΠΟΠ & ΡΟΚ οι ραδιοφωνικοί σταθμοί ΜΕΛΩΔΙΑ 99.2 FM και ΚΟΣΜΟΣ 93,6 FM το πολιτιστικό portal www.cultureguide.gr και το μουσικό portal www.musiccorner.gr.

Το συντονισμό και την οργάνωση της παραγωγής του Φεστιβάλ έχουν αναλάβει η ARTWAVES και η REAL TIME EVENTS με την υποστήριξη του πολιτιστικού συλλόγου ‘ΚΑΛΛΙΧΩΡΟΝ’.
H προπώληση των εισιτηρίων πραγματοποιείται μέσω του δικτύου των καταστημάτων METROPOLIS, ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗΣ, ACS, ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ, STER CINEMAS, VIDEORAMA και διαδυκτιακά μέσω της ιστοσελίδας www.ts1.gr

Για περισσότερες πληροφορίες στο τηλ. 210 – 3300413, στο τηλ./φαξ 210-3300416, καθώς και στην ιστοσελίδα του Φεστιβάλ, www.mamaafricafestival.com.

Πέμπτη, Αυγούστου 31, 2006

Μαριχουάνα...

μας τραγουδά ο Άλφα Μπλόντι, που καταφθάνει στην Αθήνα για το
Mama Africa Festival.

Τετάρτη, Αυγούστου 30, 2006

Μουσική και πάλι μουσική

Ο χρόνος λίγος, οι μουσικές πολλές.
Ακούστε τον Ali Farka Toure παρέα με τον Ry Cooder στο

Θυμάμαι τη Ζιμπάμπουε...

και τις ομορφιές της λίμνης Κιβέρο

Τρίτη, Αυγούστου 29, 2006

Μουσική...

σας χαρίζω και πάλι σήμερα αφού δεν έχω χρόνο για κάτι άλλο.
Ακούστε το Motherland από την Yvone Chaca Chaca

Δευτέρα, Αυγούστου 28, 2006

Ladysmith Black Mambazo

Ήθελα να γράψω ένα μικρό αφιέρωμα για τους
Ladysmith Black Mambazo,
αλλά είναι τόσα πολλά τα πράγματα που θα
μπορούσε να πει κανείς γι' αυτή τη νοτιοαφρικάνικη
μπάντα, που ό,τι και αν έκανα θα τους αδικούσα.
Έτσι, αντί αυτού, σας παραπέμπω εδώ..., εδώ... και εδώ...
και σας χαρίζω ένα υπέροχο γκόσπελ τραγούδι,
που φέρει τον τίτλο Swing Low Sweet Chariot

Απ' τη Ζιμπάμπουε...

η λίμνη Κιβέρο, στο Κούιμπα Σίρι

Αφρικάνικη Μουσική Καλημέρα

Ακούστε το Shilese με τον Χιου Μασεκέλα

Για τον Άντρε Μπρινκ

Ένα άρθρο για τον Αντρέ Μπρινκ στα προχθεσινά "Νέα"
Περισσότερα για το νοτιοαφρικανό αυτό συγγραφέα εδώ...

Κυριακή, Αυγούστου 27, 2006

Όταν βραδιαζει...

στο Μαπούτο, της Μοζαμβίκης

Αφρικάνικη Τζαζ

Ένα υπέροχο μουσικό κομμάτι από ένα από τους
πρωτοπόρους της αφρικάνικης τζαζ μουσικής, τον
Horace Silver, μπορείτε να ακούσετε εδώ...
Τίτλος του: Song for my father
Ο Οράτιος είναι από το Πράσινο Ακρωτήρι.
Αν θέλετε να μάθετε κάποια πράγματα γι' αυτόν επισκεφθείτε
Το τραγούδι χαρισμένο στο φίλο unapatatras, ο οποίος είχε κάνει
αναφορά στον εν λόγω κύριο στα σχόλια του, και στάθηκε
έτσι η αφορμή να τον γνωρίσω.
Άρθρο κλεμμένο από την εγκυκλοπαίδεια θ' ανεβάσω το συντομότερο δυνατό.

Παρασκευή, Αυγούστου 25, 2006

Το λιοντάρι απόψε κοιμάται

Ακούστε μια καταπληκτική εκτέλεση του
από τους Ladysmith Black Mambazo.
Η φωτογραφία από το Πάρκο Μιλουάνι στη Σουαζιλάνδη.

Αφρικανικό Τοπίο

Σουαζιλάνδη

Πέμπτη, Αυγούστου 24, 2006

Χρώματα και μουσικές από τη Μοζαμβίκη

Η φωτογραφία από τον παραλιακό δρόμο του Μαπούτο.
Καθώς την κοιτάτε κατεβάστε την όμορφη μπαλάντα
Ava Sati Valomo με τους Joao Paulo και Neyma, από εδώ...

Σεζάρια Εβόρα

Η Σεζάρια Εβόρα γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1941 στην πόλη-λιμάνι Μιντέλο του νησιού του Αγίου Βιθέντε. Στο Πράσινο Ακρωτήρι, φυσικά. Είναι μια από τις πιο διάσημες φολκ τραγουδίστριες στον κόσμο, γνωστή σαν «Η ξυπόλητη ντίβα», λόγω της επιμονής της να εμφανίζεται ξυπόλητη στη σκηνή, δηλώνοντας έτσι τη συμπαράστασή της σε όλα τα άστεγα παιδιά και τις φτωχές γυναίκες της χώρας της.
Είναι γνωστή επίσης και σαν η βασίλισσα της μόρνα, ενός συγγενικού στη σόουλ μουσικού είδους (με καταγωγή από τα πορτογαλικά Φάντο), που τραγουδιέται στα κρεολο-πορτουγέζικα. Η Εβόρα αναμιγνύει τις συναισθηματικές φολκ μελωδίες της, που ξεχειλίζουν από θλίψη, με τους ακουστικούς ήχους της κιθάρας, του καβακίνιο (τετράχορδο που μοιάζει με γιουκελέλε), του βιολιού, του ακορντεόν και του Κλαρινέτου.
Τα χαρακτηριστικά Πρασινο-Ακρωτηριακά μπλουζ της Εβόρα συχνά μιλούν για τη μακρά και επίπονα μοναχική ιστορία του τόπου, για το δουλεμπόριο, αλλά και για τη μετανάστευση, αφού από το ένα εκατομμύριο υπηκόους της χώρας τα δύο τρίτα βρίσκονται στο εξωτερικό.
Η φωνή της Σεζάρια, ένα καλοκουρδισμένο, μελαγχολικό όργανο με μια πινελιά βραχνάδας, χρωματίζει το συναισθηματικό της κόσμο με λέξεις και με φράσεις. Ακόμη και οι ακροατές που δεν καταλαβαίνουν τίποτα από τη γλώσσα της, καθηλώνονται από τα συναισθήματα που μοιάζουν να ξεχειλίζουν από μέσα της σε κάθε εμφάνιση.

Κλεμμένο από εδώ, όπου μπορείτε να διαβάσετε λίγα περισσότερα για την τραγουδίστρια, αλλά να βρείτε και συνδέσμους.
Επισκεφθείτε επίσης τη σελίδα του Πράσινου Ακρωτηρίου

Τραγούδι: Saudade

Στις όχθες της λίμνης...

Κιβέρο, κάθισα και ψάρεψα!
Ζιμπάμπουε

Τετάρτη, Αυγούστου 23, 2006

Lucky Dube

Ο Λάκι Ντούμπι – γεννημένος στις 3 Αυγούστου του 1964 – είναι ένας διάσημος μουσικός της ρέγγε από τη Νότιο Αφρική.
Πήρε το όνομα Lucky επειδή όταν γεννήθηκε το σώμα του ήταν πολύ αδύνατο και όλοι περίμεναν πως θα πεθάνει, αλλά δεν πέθανε. Έτσι, τον ονόμασαν Τυχερό.
Ο Λάκι ξόδεψε τα χρόνια της εφηβείας του τραγουδώντας σόλο σε μπαρ και εκκλησίες, μέχρι που δημιούργησε μια μπάντα με τους φίλους του, τους Skyway, που δεν είχαν, όμως, λεφτά για ν’ αγοράσουν μουσικά όργανα. Τελικά, ο Λάκι έγραψε ένα θεατρικό έργο, το οποίο ανέβασε με τους φίλους του. Χρησιμοποίησαν τα έσοδα από την παράσταση για ν’ αγοράσουν την πρώτη τους κιθάρα.
Δύο χρόνια μετά η παρέα διαλύθηκε και ο Λάκι έγινε μέλος στη μπάντα του Richard Siluma, τους Love Brothers. Έμεινε μαζί τους για αρκετό καιρό, μέχρι που αποφάσισε να κάνει στροφή στην καριέρα του και άρχισε να παίζει ρέγγε.
Το τραγούδι του “Together as one” ήταν το πρώτο από μαύρο καλλιτέχνη που μεταδόθηκε από ραδιοσταθμό των λευκών στη Νότιο Αφρική.
Τα άλμπουμ Prisoner και Slave, είναι από τα πιο διάσημα και επιτυχημένα στην ιστορία της Νοτίου Αφρικής.
Ανάμεσα στους αγαπημένους του τραγουδιστές είναι και ο Peter Tosh.

Δισκογραφία

Rastas Never Dies
Think About The Children
(The Above Two available on 2on1 - Lucky Dube Rastas Never Dies/Think About The Children (2000))
Slave (1989)
Prisoner (1990)
Together as one (1992)
House of exile (1992)
Captured Live (1993)
Victims (1993)
Trinity (1995)
Serious reggae business (1996)
Taxman (1997)
The Way It Is (1999)
The Rough Guide To Lucky Dube (2001)
Soul Taker (2001)
The other side (2005)
Respect (2006)

Κλεμμένο από εδώ: "http://en.wikipedia.org/wiki/Lucky_Dube"

Τώρα, σε πιο προσωπική νότα θα ήθελα να αναφέρω ότι ο Λάκι Ντούμπι δεν είναι ο «απόλυτος» απόγονος του Μπομπ Μάρλεϊ, όπως θέλουν να τον αποκαλούν μερικοί. Προσωπικά πιστεύω ότι είναι πολύ καλύτερος από τον Μπομπ, ειδικά σε ό,τι αφορά τους στίχους. Ναι, ναι, ξέρω, ο Μάρλεϊ είναι σύμβολο, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι μοναδικός και αξεπέραστος.
Ακούστε το εξαιρετικό Freedom Fighter εδώ...

Σύνδεσμος
Προσωπική Ιστοσελίδα

Η Σιέστα του Πολεμιστή

Η φωτογραφία από τη Ζιμπάμπουε

Καλό μεσημέρι με μουσική

Ακούστε τον Άλφα Μπλόντι, που σε λίγες μέρες θα βρίσκεται στην Αθήνα για το Φεστιβάλ Μάμα Άφρικα, στο Coco de Rasta

Τρίτη, Αυγούστου 22, 2006

Μουσική και πάλι

Αφού ο χρόνος δε μου το επιτρέπει να ανεβάσω κείμενο σήμερα σας χαρίζω ένα ακόμη τραγούδι. Πρόκειται για μια παλιά ηχογράφηση της Miriam Makeba σε μια συναυλία του Paul Simon στην Ευρώπη. Το τραγούδι το έγραψε ο Hugh Masekela και φέρει τον τίτλο Soweto Blues...

Με την ευκαιρία θα ήθελα να πω ότι αν κάποιος από εσάς ενδιαφέρεται να συνεισφέρει κάτι στην ιστοσελίδα δεν έχει παρά να μου το στείλει στη διεύθυνση oadais@gmail.com

Δευτέρα, Αυγούστου 21, 2006

Ο αγαπημένος μου αφρικανός συγγραφέας...

είναι λευκός. Ίσως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι εδώ, στην ιμπεριαλιστική δύση, δε μας δίνεται συχνά η ευκαιρία να γνωρίσουμε τους μαύρους συγγραφείς. Ίσως και στο ότι οι τελευταίοι δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες ανάδειξης με τους λευκούς αφρικανούς συναδέλφους τους.
Όπως και νάχει, τον Wilbur Smith τον ανακάλυψα πριν τέσσερα χρόνια, χάρη σ’ ένα φίλο συγγραφέα, που είχε μεταφράσει κάποια από τα βιβλία του. Κι από τότε δε σταμάτησα να τον διαβάζω. Και δε μετάνιωσα ποτέ γι’ αυτό, καθώς μέσα από τα κείμενά του έμαθα περισσότερα για την Αφρική και την ιστορία της, απ’ ό,τι θα μάθαινα ποτέ από οποιοδήποτε άλλο μέσο.
Ο Σμιθ έχει μελετήσει βαθιά την ιστορία πολλών χωρών της Αφρικής και όλα τα βιβλία του ταξιδεύουν τον αναγνώστη στο χώρο και στο χρόνο. Οι συναρπαστικές περιπέτειες των Κόρτνι και των Μπάλανταϊνς στο νότιο μέρος της μαύρης ηπείρου, οι διαπλοκές στα παλάτια των Φαραώ στην Αίγυπτο και οι πόλεμοι στην κεντρική Αφρική είναι τα θέματα που απασχολούν λιγότερο ή περισσότερο τα τριάντα βιβλία που έχει εκδώσει μέχρι σήμερα και τα οποία έχουν μεταφραστεί σε είκοσι έξη γλώσσες.
Διαβάζοντάς τα κανείς όχι μόνο περνά καλά, αλλά μαθαίνει και χίλια δυο πράγματα για την ιστορία χωρών όπως η Νότιος Αφρική, η Ζιμπάμπουε και το Σουδάν, ταξιδεύει στο χρόνο, γίνεται λίγο πιο σοφός.
Μπορεί να είναι ο νοτιοαφρικανός Κούτσι που πήρε το βραβείο νόμπελ λογοτεχνίας, αλλά ο Σμιθ είναι εκείνος που μίλησε περισσότερο απ’ τον καθένα – έστω και μέσα από βιβλία περιπέτειας – για τη μαύρη καρδιά της Αφρικής.
Το τελευταίο του βιβλίο τιτλοφορείται “The Triumph of the Sun” και διαδραματίζεται στο Σουδάν, όπου λαμβάνει χώραν μια πολεμική διαμάχη, στη διάρκεια της οποίας συναντώνται για πρώτη φορά ένας Κόρτνι μ’ ένα Μπάλανταϊν. Δηλαδή, ένας τυχοδιώκτης, μ’ έναν άλλο.
Τα βιβλία του Σμιθ κυκλοφορούν στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Bell, γι’ αυτό και σπάνια τα παρουσιάζουν στις εφημερίδες οι δήθεν έγκριτοι κριτικοί. Στις αγγλόφωνες χώρες, ωστόσο, χαίρει μεγάλης εκτίμησης τόσο από τους κριτικούς όσο και από το κοινό. Στη Βρετανία κάθε βιβλίο του πουλά σταθερά περισσότερα από ένα εκατομμύρια αντίτυπα και ας απέχει από τα παιχνίδια των δημόσιων σχέσεων.

Σύνδεσμοι:

Επίσημη Ιστοσελίδα
Εγκυκλοπαίδεια
Βιβλία

Το σπίτι στην εξορία

Ο κύριος της φωτογραφίας είναι ο Lycky Dube
και θεωρείται ο "πραγματικός" απόγονος της μουσικής
σχολής του Μπομπ Μάρλεϊ.
Ακούστε το House In Exile...
Άρθρο για τον Τυχερό Ντούμπι θα δημοσιεύσω προσεχώς

Κυριακή, Αυγούστου 20, 2006

Με τα λόγια του Μαντέλα ΙΙ

Δεν υπάρχει εύκολος δρόμος προς την ελευθερία
Πολλοί άνθρωποι έχουν υποφέρει λόγω της αγάπης τους για την ελευθερία
Καμιά δύναμη στη γη δεν μπορεί να σταματήσει ένα καταπιεσμένο λάο,
που είναι αποφασισμένος να κερδίσει την ελευθερία του
Δεν υπάρχει αυτό το πράγμα που αποκαλούν μερική ελευθερία
Η ελευθερία δεν μπορεί να δοθεί σε δόσεις.
Κάποιος είτε είναι ελεύθερος είτε όχι.
Δεν μπορεί να είναι μισοελεύθερος.
Δε θέλουμε ελευθερία δίχως ψωμί,
αλλά ούτε και θέλουμε ψωμί χωρίς ελευθερία

Παραδοσιακοί Ήχοι

Σε παραδοσιακούς αφρικάνικους ρυθμούς κινείται το Homeless από τους Ladysmith Black Mambazo. Ακούστε το εδώ...

Σάββατο, Αυγούστου 19, 2006

Μοζαμβικάνα

Ένα τραγούδι από τη Μοζαμβίκη,
για ένα ευχάριστο απόγευμα.

Παρασκευή, Αυγούστου 18, 2006

Mama Africa Art Festival

2-3 Σεπτεμβρίου στο Πάρκο «Αντ. Τρίτσης» το «Mama Africa Art Festival»

Από την Αφρική στο Ιλιον

Αφρικανικοί ήχοι, ρέγκε ρυθμοί, ανατολίτικες μελωδίες και ανθρωπιστικά μηνύματα θα ξεχυθούν στις 2 και 3 Σεπτεβρίου στο Πάρκο Περιβαντολλογικής Ευαισθητοποίησης «Αντώνης Τρίτσης» (Αττική-Ιλιον), όπου θα πραγματοποιηθεί το «Mama Africa Art Festival».
Με τη συμμετοχή πολλών σπουδαίων μουσικών, ανάμεσά τους ο Αφρικανός Αλφα Μπλόντι, ο Τούρκος Ομάρ Φαρούκ Τεκμπιλέκ και ο Νιγηριανός Μασέκ Φασέκ, το φεστιβάλ -που διοργανώνεται από το Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης- αποτελεί ένα πρόγραμμα βοήθειας προς τις χώρες της Αφρικής και αλληλεγγύης σε γυναίκες θύματα βίας και trafficking στην Ελλάδα. Ετσι, μέσα από τη μουσική, τις παραστατικές και εικαστικές τέχνες, την αρχιτεκτονική και τη γαστρονομία ο πλούσιος πολιτισμός της Αφρικής θα μεταφερθεί για δύο μέρες στην Αθήνα. Σκοπός είναι η δημιουργία ενός ετήσιου θεσμού που θα συμβάλει στην ενδυνάμωση των πολιτιστικών σχέσεων με τις αφρικανικές κοινότητες της χώρας μας, προσφέροντας παράλληλα μια πλατφόρμα πολιτιστικής έκφρασης με τη συμμετοχή των ίδιων σε αυτήν.Η πρώτη μέρα του φεστιβάλ ανοίγει με συναυλία των Αλφα Μπλόντι, Λοκομόντο, Ρόδες, Βώξ και Anna Mystic (Dj set). Την Κυριακή συμμετέχουν οι Ομάρ Φαρούκ Τεκμπιλέκ, Μασέκ Φασέκ, One Drop, Κώστας Χρονόπουλος και DE Traces. Παράλληλα, το κοινό θα έχει τη δυνατότητα να παρακολουθήσει έκθεση βιβλίου και φωτογραφίας σχετική με την Αφρική, έκθεση εικαστικών, αυτοσχέδια χορευτικά σχήματα και μουσικούς και εργαστήρια κρουστών, αλλά και να γευτεί την αφρικανική κουζίνα.Οταν πέθανε ο Μπομπ Μάρλεϊ και ενώ όλοι νόμισαν ότι ο θρόνος της ρέγκε ορφάνεψε, η εμφάνιση του Αλφα Μπλόντι έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι ο διάδοχος είχε βρεθεί. Εμπνεόμενος από τις μουσικές της Καραϊβικής, τραγουδάει για την επανάσταση, την ειρήνη, την αγάπη και την κοινωνική αδικία με όχημα μια πολύγλωσση μουσική γλώσσα όπου συνυπάρχουν αγγλικά, γαλλικά, αραβικά, ισραηλίτικα αλλά και πολλές αφρικανικές διάλεκτοι. Εχοντας ήδη μια χούφτα πετυχημένων δίσκων, με άσο στο μανίκι τον θρυλικό «Jerusalem», που ηχογράφησε με τους Wailers, αλλά και τον τελευταίο-και βραβευμένο με γκράμι-«Merci», σε κάθε του εμφάνιση επιβεβαιώνει ότι η σκυτάλη της ρέγκε παράδοσης δεν βρέθηκε τυχαία στα χέρια του.Το τραγούδι του «Send down the rain», το 1987, συνέπεσε με το τέλος μίας από τις χειρότερες περιόδους ξηρασίας στην ιστορία της Νιγηρίας. Από τότε του έμεινε το παρατσούκλι «προφήτης της βροχής». Με επιρροές από τον Μπομπ Μάρλεϊ, τον Φέλα Κούτι και τον Τζίμι Χέντριξ, ο Μασέκ Φασέκ έχει δημιουργήσει ένα προσωπικό ήχο ρέγκε, ανακατεύοντας τους ρέγκε ρυθμούς με ροκ αλλά και αφρομπίτ μελωδίες. «Οταν αναμειγνύονται πολλά είδη ρυθμών, τότε η μουσική μπορεί να ελευθερώσει τον κόσμο», έχει πει χαρακτηριστικά.Εχοντας στον πυρήνα της δημιουργίας του την παράδοση, την οποία όμως μπολιάζει με πιο σύγχρονους ήχους, ο Ομάρ Φαρούκ Τεκμπιλέκ έχει καταφέρει να θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της Ανατολής και βιρτουόζος πολλών μουσικών οργάνων. Η δεξιοτεχνία του επιδεικνύεται ισότιμα τόσο στο νέι όσο και στο ζουρνά, τον μπαγλαμά, το ούτι αλλά και τα κρουστά. Αν και αρχικά ήθελε να γίνει κληρικός, τελικά τον κέρδισε η αγάπη του για τη μουσική. Παρ' όλα αυτά, η μουσική του διατηρεί ένα στοιχείο μυστικισμού που τροφοδοτεί τη φαντασία του και καταλήγει σε ιδιαίτερα μουσικά ξεσπάσματα.Τιμή εισιτηρίων: 20 ευρώ για το διήμερο και 15 ευρώ η κάθε μέρα. Η είσοδος για τα παιδιά κάτω των 10 ετών είναι δωρεάν. Πληροφορίες στα τηλ: 210 3300413, 3300416

Το κείμενο κλεμμένο από τη Χρυσούλα Παπαϊωάννου και την Ελευθεροτυπία

Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε την ιστοσελίδα των διοργανωτών.

Μικρός Απολογισμός

Το ταξίδι στην Αφρική τέλειωσε. Το ταξίδι στην Αφρική αρχίζει. Πήγα, είδα και απήλθα. Ελπίζω να ξαναπάω τον ερχόμενο χρόνο, λίγο πιο σοφός, λίγο πιο ξεκούραστος, λίγο πιο αποφασισμένος.
Η πρώτη γεύση που πήρα από τη μαύρη ήπειρο ήταν καλή, αλλά όχι αρκετή. Στη Ζιμπάμπουε δεν είδα ούτε τα μισά απ’ όσα ήθελα να δω, στη Νότιο Αφρική πήρα μόνο μικρές δόσεις από Πρετόρια και Γιοχάνεσμπουργκ, τη Σουαζιλάνδη τη χόρτασα, αλλά δεν τη γνώρισα όσο θα ήθελα, στη Μοζαμβίκη πήγα μόνο στο Μαπούτο.
Ναι, είδα πολλά ζώα και νέες γεωγραφίες. Ναι, έμαθα πολλά για τις άσχημες και όχι και τόσο άσχημες πραγματικότητες της περιοχής. Ναι, γνώρισα πολλή κόσμο και έκανα νέους φίλους. Ναι, θα έλεγα για πολλά πράγματα, αλλά όχι αν με ρωτούσε κάποιος αν είμαι τελικά απόλυτα ικανοποιημένος απ’ αυτό το ταξίδι. Όχι, επειδή δεν είδα αρκετά, όχι, επειδή δεν έμαθα αρκετά. Το καλό είναι ότι μετά το τέλος του ταξιδιού εξακολουθώ ακόμη να μαθαίνω. Το καλό είναι ότι κουβαλάω τους ήχους και τις εικόνες μέσα μου. Το καλό είναι ότι σ’ αυτό το ταξίδι της γνώσης και της μουσικής, έχω και κάποιους συνοδοιπόρους.Όπως και νάχει, η μελέτη θα συνεχιστεί και οι μνήμες θα εξακολουθήσουν να αναμιγνύονται με τις εικόνες και τους ήχους, μέχρι το επόμενο ταξίδι.

Με τα λόγια του Μαντέλα

Αγωνίστηκα ενάντια στη λευκή κυριαρχία, και αγωνίστηκα ενάντια στη μαύρη κυριαρχία. Πίστεψα στο ιδανικό μιας δημοκρατικής και ελεύθερης κοινωνίας όπου όλοι οι άνθρωποι θα ζουν μαζί εν αρμονία και με ίσες ευκαιρίες.
Αυτό είναι ένα ιδανικό το οποίο ελπίζω να ζήσω και να υλοποιήσω. Αλλά, αν χρειαστεί, είναι και ένα ιδανικό για το οποίο είμαι έτοιμος να πεθάνω.

Πέμπτη, Αυγούστου 17, 2006

Συνέχεια με μουσική...

αφού σήμερα δεν έχω το χρόνο, αλλά ούτε και τις δυνάμεις να γράψω κάτι. Για τη μαμά του μας τραγουδά ο Μόρι Κάντε...

Ένα ελληνικό τραγούδι από την Αφρική!

Αποκλειστικό! Εκτός και αν το ξέρετε. Όπως και νάχει το "100 Afro" το βρήκα στη συλλογή "african garden" και το τραγουδάνε οι locomondo. Ακούστε το εδώ...

Τετάρτη, Αυγούστου 16, 2006

Miriam Makeba

Η Μίριαμ Μακέπα, που γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου του 1932, είναι η πιο διάσημη ίσως αφρικανή τραγουδίστρια και παντού είναι γνωστή με το τιμητικό ψευδώνυμο Μάμα Άφρικα.
Το 1959 εξορίστηκε από τη Νότιο Αφρική λόγω της συμμετοχής της στην ταινία Come back, Africa που τασσόταν κατά των φυλετικών διακρίσεων. Ξόδεψε τα επόμενα τριάντα ένα χρόνια της ζωής στο εξωτερικό συνεχίζοντας τον αγώνα κατά του ρατσισμού.
Ο Νέλσον Μαντέλα την έπεισε τελικά να επιστρέψει στην πατρίδα της το 1990.
Δύο χρόνια αργότερα πρωταγωνίστησε στην ταινία Σαραφίνα, που αναφερόταν στο ξεσηκωμό των νέων στο Σοβέτο το 1976.
Το 1966 τιμήθηκε με το βραβείο Γκράμι για την καλύτερη φολκ ηχογράφηση, παρέα με το Χάρι Μπελαφόντε.
Προς τα τέλη της δεκαετίας του ογδόντα κυκλοφόρησε ένα αυτοβιογραφικό βιβλίο με τίτλο Makeba: My story.
Το 2002 μοιράστηκε το μουσικό βραβείο Πόλαρ με τη Sofia Gubaidulina και το 2004 ψηφίστηκε στην 38η θέση στο κατάλογο με τους εκατό πιο σημαντικούς νοτιοαφρικανούς.
Το 2005 ξεκίνησε μια περιοδεία δεκατεσσάρων μηνών, δίνοντας συναυλίες σε όλες τις χώρες που επισκέφθηκε στη διάρκεια της μεγάλης καριέρας της.
Το πιο διάσημο της τραγούδι είναι το Qongqothwane, που είναι πιο γνωστό με τον τίτλο Click Song. Ακούστε το εδώ...
Επισκεφθείτε και την ανεπίσημη ιστοσελίδα της... αφού η επίσημη για κάποιο λόγο δεν ανοίγει.

Το κείμενο κλεμμένο από εδώ...

Και πάλι μουσική...

αλλά και προσθήκες.
Η μουσική από τη Μοζαμβίκη. Χορέψτε ακούγοντας
Οι προσθήκες σε συνδέσμους που ξεπέρασαν τους
εκατόν πενήντα.
Θα υπάρξει συνέχεια...

Τα παιδιά της Ζιμπάμπουε

Τη φωτογραφία αυτή την έβγαλα στο χώρο που περιβάλλει
τα ερείπια της Μεγάλης Ζιμπάμπουε

Τρίτη, Αυγούστου 15, 2006

Μια ερμηνία συγκλονιστική...

από την Tu Nokwe. Όταν πρωτάκουσα σήμερα το απόγευμα το Tula, στ' αλήθεια ανατρίχιασα...

Μουσική και προσθήκες

Άρχισα τις προσθήκες στο μπλογκ. Όπως ξεκαθάρισα πριν μερικές βδομάδες η σελίδα αυτή δε θα είναι καθαρά ταξιδιωτική, αλλά θα προσπαθήσει να αγκαλιάσει όσο περισσότερο μπορεί τη μοναδική αυτή ήπειρο που λέγεται Αφρική. Έχω ήδη τοποθετήσει σαράντα πέντε νέους συνδέσμους, οι οποίοι ίσως να αυξηθούν στη διάρκεια της ημέρας. Η Αφρική είναι μια εργασία εν εξέλιξη και όσο μου το επιτρέπουν ο χρόνος και οι αντοχές μου θα εξακολουθήσω να την εμπλουτίζω.
Προς το παρόν σας χαρίζω ένα ακόμη τραγούδι του Lucky Dube: Different Colors, One Peoples

Δευτέρα, Αυγούστου 14, 2006

Σε ρυθμούς Μοζαμβίκης...

ας κινηθούμε σήμερα.
Ακούμε τη Neyma στο Himaka ya Mili

Κυριακή, Αυγούστου 13, 2006

Μουσική από την Αφρική

Ο Lucky Dube είναι ένας από τους πιο δημοφιλείς
τραγουδιστές στην Αφρική.
Ακούστε το Together as one εδώ...
Ναι, κάπου θυμίζει Μπομπ Μάρλεϊ ο κύριος.
Η φωτογραφία από το Μαπούτο της Μοζαμβίκης

Αφρική τέλος, έτσι ξαφνικά...

...για ένα λόγο προσωπικό, που δε θα αναφέρω. Αλλά αυτό θα είναι το τέλος ή μήπως η αρχή του ταξιδιού; Αυτό αναρωτιέμαι καθώς κάθομαι κουρασμένος και νυσταγμένος για μια ακόμη φορά στο αεροδρόμιο του Ντουμπάι. Θα ήθελα να είναι η αρχή, αλλά το λέω ξανά: "Όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, οι θεοί γελάνε..."
Πάντως ακόμη κι αν έφυγα την Αφρική την κουβαλώ μαζί μου. Είναι στις εικόνες που αποτύπωσα στο μυαλό μου και με τη φωτογραφική μηχανή, είναι στους ανθρώπους που γνώρισα, είναι στα πράγματα που δεν είδα. Είναι και στο συνταρακτικό βιβλίο Bang Bang Club (σ' ευχαριστώ Μιραντολίνα) που μόλις άρχισα να διαβάζω, είναι και στα λόγια του Μαντίμπα, είναι και στο νέο βιβλίο του Wilbur Smith.
Αν με ρωτήσετε κατά πόσο είμαι ικανοποιημένος από το ταξίδι, δε ξέρω στ' αλήθεια τι ν' απαντήσω. Απ' τη μία είμαι επειδή πήρα μια πρώτη γεύση από Αφρική, απ' την άλλη όχι, επειδή δεν είδα αρκετά.
Όπως και νάχει, το μπλόγκι αυτό δε κλείνει εδώ τον κύκλο του. Μάλλον τώρα τον ανοίγει. Θα πιάσω απ' τα κέρατα την ευκαιρία που μου δίνεται, μέσα από την ατυχία, να το εμπλουτίσω όσο περισσότερο μπορώ: με εικόνες, με συνδέσμους, με ειδήσεις, με παρουσιάσεις βιβλίων και με μουσικές.
Εύχομαι να εξακολουθήσω να σας έχω συνταξιδιώτες στη νέα περιπέτεια της γνώσης που μόλις αρχίζει...

Παρασκευή, Αυγούστου 11, 2006

Σούρουπο

Στο Μαπούτο της Μοζαμβίκης

Ένα μαγαζί με πόδια

Στους δρόμους του Μαπούτο. Μοζαμβίκη

Πέμπτη, Αυγούστου 10, 2006

Έρωτας και Θάλασσα

Στο Μαπούτο της Μοζαμβίκης

Ηλιοβασιλέματα

Μαπούτο, Μοζαμβίκη

Τρίτη, Αυγούστου 08, 2006

Joke from Zimbabwe

A man dies and goes to hell. There he finds that there is a different hell for each country.
He decides he'll pick the least painful to spend his eternity.
He goes to Germany Hell and asks, "What do they do here?"
He is told "first they put you in an electric chair for an hour. Then they lay you on a bed of nails for another hour. Then the German devil comes in and whips you for the rest of the day".
The man does not like the sound of that at all so he moves on.
He checks out the USA Hell as well as the Russia Hell and many more. He discovers that they are all similar to the German hell
Then he comes to the Zimbabwean Hell and finds that there is a long line of people waiting to get in.
Amazed, he asks, "What do they do here?" He is told "first they put you in an electric chair for an hour. Then they lay you on a bed of nails for another hour. The Zimbabwean devil comes in and whips you for the rest of the day.
"But that is exactly the same as all the other hells why are there so many people waiting to get in?" asks the man.
"Because there is never any electricity, so the electric chair does not work. The nails were paid for but never supplied, so the bed is comfortable to sleep on. And, on top of it, the Zimbabwean devil used to be a civil servant, so he comes in, signs his time sheet and goes back home for private business."
SO YOU SEE...IT PAYS TO BE A ZIMBABWEAN!!

Δευτέρα, Αυγούστου 07, 2006

Στο Μαπούτο τις Κυριακές

Δευτέρα 7 Αυγούστου

Σε μια τεράστια πολιτεία γιορτής μετατρέπεται το Μαπούτο τις Κυριακές. Εκεί που συχνάζουν τουρίστες στήνονται ατέλειωτα παζάρια, όπου πωλούνται ρούχα, υφάσματα, dvd’s και cd’s και είδη ξυλογλυπτικής, ενώ αλλού, στις γωνιές των δρόμων λειτουργούν μικρά αυτοσχέδια φρουτοπωλεία. Οι καντίνες που διαθέτουν μπύρες κάνουν χρυσές δουλειές.
Το παρατήρησα στη Σουαζιλάνδη, το είδα και εδώ. Τις Κυριακές πολλοί είναι εκείνοι που αρχίζουν και πίνουν μπύρες από το πρωί. Κυριακή, μέρα γιορτής, που λένε.
Το μεγάλο ωστόσο γλέντι δε στήνεται μέσα στην πόλη, αλλά στην παραλία, εκεί όπου ο κόσμος αρχίζει να μαζεύεται από νωρίς το πρωί. Beach volley, μουσικές και χοροί είναι ο κανόνας, και οι δρόμοι πλημμυρίζουν με διπλοπαρκαρισμένα αυτοκίνητα.
Περνώντας κανείς από εκεί νιώθει να τον μεθούν οι μυρωδιές από τα φαγητά που οι διάφοροι μικροπωλητές ψήνουν στα κάρβουνα: ψάρια, κρέας κάθε είδους, κοτόπουλα. Μια τέτοια μέρα κανείς δε φαίνεται να έχει έγνοιες. Το μόνο που μετρά είναι να περάσει καλά. Και όλοι φαίνονται να διασκεδάζουν. Ίσως η ατάκα που λέει: «Η φτώχεια θέλει καλοπέραση,» να μιλά ακριβώς για την κατάσταση που επικρατεί εδώ.
Αλλά, δεν είναι όλα μέλι-γάλα. Υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Δεκάδες τα ζητιανάκια, που σε κυνηγάν κάθε στιγμή ζητώντας λεφτά, ρούχα, φαγητό, κάτι τέλος πάντων. Κι αυτό δείχνει ότι η οικονομική πραγματικότητα της χώρας είναι πολύ χειρότερη απ’ ότι στη Σουαζιλάνδη και τη Ζιμπάμπουε. Τα διάφορα χριστιανικά δόγματα που προσφέρουν φαγητό στον κοσμάκη αλλού, δε μοιάζουν να κάνουν το ίδιο εδώ. Δε φτουράνε, θα έλεγα, αφού οι Μοζαμβικανοί μοιάζουν λαός πέρα έως πέρα ερωτικός, απ’ αυτούς που δεν μπορούν να μπουν στα στεγανά των απαγορεύσεων. Αυτό, ίσως, εξηγεί και το γεγονός ότι εδώ κανείς μπορεί να αγοράσει ποτό παντού, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες του νοτίου άκρου της Αφρικής, όπου μόνο σε μπυραρίες, υπεραγορές και «εκτός αδείας», μπορεί να δει κανείς... φως.
Στις φωτογραφίες: Μια ξανθιά στο παζάρι και Βόλεϊ στην Παραλία

Κυριακή, Αυγούστου 06, 2006

Χαμένος στο Μαπούτο

Κυριακή 6 Αυγούστου

Χθες θα πήγαινα σε κάποιο ίντερνετ καφέ για να ανεβάσω τα προηγούμενα κείμενα, αλλά αντί αυτού πήγα και χάθηκα. Χαμένος στο Μαπούτο, λοιπόν!
Μ’ αρέσει να χάνω το δρόμο μου στις διάφορες πόλεις που επισκέπτομαι, ειδικά, όταν μπορώ εύκολα ή δύσκολα να τον ξαναβρώ. Το μόνο «πρόβλημα» είναι ότι όταν το κάνω αυτό περπατώ πολλά, μα πολλά, χιλιόμετρα.
Ε, καλά χθες δεν ήταν και τόσα πολλά. Καμιά δεκαριά μόνο (το ρεκόρ του ταξιδιού για μια μέρα το υπολογίζω στα είκοσι τέσσερα). Πέρασα μέσα από γειτονιές, όπου η ραπ μουσική είναι ο κανόνας, ήπια μπύρα σε μια από τις καντίνες δρόμου προσπαθώντας να εξηγήσω στους θαμώνες από που έρχομαι, ανακάλυψα κατά τύχη την ελληνική εκκλησία του Μαπούτο (φωτογραφία), περπάτησα κατά μήκος της προκυμαίας, άκουσα τις προειδοποιήσεις ενός ντόπιου λευκού που μου τόνιζε ότι: «Δεν είναι ασφαλές να κυκλοφορείς με τέτοια φωτογραφική μηχανή εδώ...» «Τι να κάνω; Να την πετάξω;» ρώτησα... νοερά. Φωναχτά τον ευχαρίστησα.
Εδώ, έξω από το ξενοδοχείο, ολονύχτιο (υπερβολές) γλέντι με μουσικές και μπύρες, στην ακροθαλασσιά, αλλά κανείς λευκός δεν πλησιάζει. Γιατί; Πάντως όταν πήγα εκεί, για ν’ αγοράσω μπύρες από τους πάγκους, όλοι ήταν πολύ φιλικοί μαζί μου και όταν με προσκάλεσαν να καθίσω μαζί τους όλα ήταν μια χαρά. Φυσικά, με ανέκριναν, αλλά καλά, σ’ αυτό έχω συνηθίσει. Μόνο τις ανακρίσεις των συγγενών δεν αντέχω.

Μοζαμβίκη, αγάπη μου!

Σάββατο 5 Αυγούστου

«Επιτέλους», τα κατάφερα και έφυγα από το Μπαμπάνε και τη Σουαζιλάνδη. Όλα μου φώναζαν να φύγω, δηλαδή, και είπα να υπακούσω. Ποια είναι αυτά τα όλα; Από το πρωί δεν είχαμε νερό και ηλεκτρισμό, οι άνεμοι λυσσομανούσαν και οι σκέψεις με παίδευαν. «Δε γίνεται να έχεις έρθει μέχρι εδώ κάτω, και να μην προσπαθήσεις να δεις κι άλλους τόπους...» μου έλεγε ο κύριος εαυτός μου.
Δίκιο είχε και έτσι ακολούθησα τις προτροπές του. Πρωί-πρωί ξύπνησα, πρωί-πρωί ήπια τον καφέ μου, πρωί-πρωί κίνησα με τα πόδια για το σταθμό απ’ όπου θα έπαιρνα το λεωφορείο που θα με έπαιρνε στο Μανζίνι κι από κει ένα άλλο που θα με έφερνε στο Μαπούτο.
Σαν ένας μικρός και ευχάριστος περίπατος μου φάνηκε η διαδρομή, μέσα στο πρωινό αγιάζι, προς το σταθμό. Εκεί μπήκα αμέσως στο λεωφορείο για το Μανζίνι, που αναχώρησε λίγο αργότερα. Στη διάρκεια της διαδρομής έκλεβα ματιές από την εφημερίδα του γείτονα, μαθαίνοντας ότι ένα μωρό έχασε τη ζωή του όταν καταπλακώθηκε από μια στέγη που παρέσυρε η ανεμοθύελλα στο πέρασμά της.
Στο Μανζίνι έπρεπε να περιμένω αρκετή ώρα μέχρι να γεμίσει το δεκαεξαθέσιο για να φύγουμε. Φωνακλάδες καθώς είναι οι σουαζιλανδοί και οι μοναμβικανοί έδιναν στο χώρο ένα ιδιαίτερο χρώμα, ιδιαίτερα εκείνοι που άλλαζαν συνάλλαγμα παράνομα, πλην μπροστά στα μάτια των αστυνομικών. Περιττό να πω – σιγά να μην το παρέλειπα – ότι ήμουνα και πάλι ο μοναδικός λευκός στο λεωφορείο.
Τέλος πάντων, για να μην τα πολυλογώ, σιγά-σιγά και στριμωγμένα ξεκινήσαμε. Η διαδρομή δεν είχε να επιδείξει τίποτα το συνταρακτικό: τα συνηθισμένα παραδοσιακά σπίτια, τα συνήθη παζάρια, οι συνήθεις ήχοι. Σαν φτάσαμε, όμως στα σύνορα με τη Μοζαμβίκη, τα πράγματα άλλαξαν. Κατεβήκαμε από το λεωφορείο, περάσαμε από το έλεγχο διαβατηρίων της Σουαζιλάνδης και περπατήσαμε μέχρι τον αντίστοιχο της Μοζαμβίκης. Εκεί, καθώς συμπληρώναμε ένα έγγραφο, είδα μια ανακοίνωση στον τοίχο που έγραφε ότι έπρεπε να πληρώσουμε πέντε δολάρια φόρο εισόδου και παρ’ ολίγον να μείνω στον τόπο (εντάξει, υπερβολές). Γιατί; Μα επειδή δεν είχα τόσα χρήματα μαζί μου. Ξόδεψα σχεδόν όλα τα μετρητά που είχα στο Μπαμπάνε και δεν πήρα άλλα από την τράπεζα αφού σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να το κάνω εδώ στο Μαπούτο. Τελικά μου ζήτησαν δώδεκα μόλις ραντ, τα οποία ευτυχώς είχα, και πήγε η καρδιά μου στον τόπο τους. Μου περίσσεψε περίπου και ενάμισι ευρώ.
Με το που μπήκαμε στη Μοζαμβίκη ένιωσα στ’ αλήθεια ότι έμπαινα σε μια άλλη χώρα. Πολύ διαφορετική η γεωγραφία της, με πολλά και πιο ψηλά βουνά, με μεγαλύτερα και περισσότερα ποτάμια και το πιο σημαντικό, ίσως, με διαφορετική γλώσσα. Εδώ τα πορτογαλικά είναι ο κανόνας. Τρεις φορές μας σταμάτησαν για έλεγχο των αποσκευών οι τελωνειακοί – ακόμη και όταν βρισκόμασταν βαθιά μέσα στη χώρα – ανησυχώντας προφανώς ότι κάποιος θα μετέφερε χόρτο από τη Σουαζιλάνδη, που είναι πιο καλό και πιο φτηνό, ενώ και οι «συναλλαγματίες» μας περικύκλωναν σε όλα τα σημαντικά σταυροδρόμια.
Κάποτε, μέσ’ στο ψιλόβροχο, φτάσαμε στο Μαπούτο. Η πρώτη εικόνα που αντίκρισα στην πόλη ήταν αποθαρρυντική. Σκουπιδότοπο θύμιζε ο σταθμός των λεωφορείων. Κάποιος, ταξιτζής προφανώς, με πλησίασε και με ρώτησε που θα πήγαινα: «Στην τράπεζα,» του απάντησα κι έμεινε να με κοιτά απορημένος. Γιατί είναι τόσο δύσκολο να πιστέψει κανείς την αλήθεια; Φορτώθηκα, λοιπόν, το σακίδιο και κίνησα να βρω το χρήμα και το πεπρωμένο μου. Και όσο περπατούσα, τόσο η πρώτη εικόνα που αντίκρισα στο σταθμό ξεθώριαζε. «Έχει τις ομορφιές του το Μαπούτο,» σκεφτόμουνα, καθώς έψαχνα να βρω το πανδοχείο της «Φατιμάς» όπου θα έμενα. Στο χάρτη φαινότανε πολύ κοντά στο σταθμό, αλλά δεν. Χάνοντας και ξαναβρίσκοντας το δρόμο μου, περπατώντας σαν να έζησα εδώ όλη μου τη ζωή, αλλά και ζητώντας που και που οδηγίες, κάποτε έφτασα στον προορισμό μου. Σύμφωνα με τον εσωτερικό μου μετρητή, θα περπάτησα επτά χιλιόμετρα με είκοσι δύο κιλά βάρος στην πλάτη (περιλαμβανομένου του υπολογιστή και της αρκετά βαριάς φωτογραφικής μηχανής... να εξηγιόμαστε). Και τι είδα εκεί; Τίποτα στ’ αλήθεια, αφού δεν είχαν δωμάτια άδεια. «Πάντα γεμίζουμε τα τριήμερα,» μου εξήγησαν, κάτι που δε μου φάνηκε παράξενο, αφού κι οι εθελοντές από τη Σουαζιλάνδη πάντα εδώ έρχονται για να διασκεδάσουν. Δοκίμασα την τύχη μου και στο «Κεντρικό», αλλά μου έδωσαν την ίδια απάντηση. Μέχρι τότε ένιωθα πολύ-πολύ κουρασμένος, κι αν δεν έβρισκα κάτι σύντομα θα εκνευριζόμουν και πολύ πιθανόν να έφευγα αμέσως από την πόλη (το έκανα μια φορά στην Κέρκυρα και δυο στην Πάρο), γι’ αυτό και αποφάσισα να αναζητήσω κάτι το πολυτελές (εδώ γελάμε). Πήρα, λοιπόν, ένα ταξί και του ζήτησα να με πάει στο Κόστα ντο Σολ. Είναι ένα από τα ξενοδοχεία που ανήκουν στη μέση και όχι στη χαμηλή κατηγορία καταλυμάτων και βρίσκεται στον παραλιακό δρόμο του Μαπούτο. Φτάνοντας εκεί, δηλαδή εδώ, μου είπαν ότι όλα τα δωμάτια με θέα είναι κατειλημμένα, ωστόσο, θα μπορούσα να πάρω ένα δωμάτιο στην γειτονική αυλή, όπως και έκανα. Πληρώνοντας, λοιπόν, εικοσιπέντε περίπου ευρώ την ημέρα, μένω σ’ ένα δωμάτιο με διπλό κρεβάτι, τηλεόραση και αεροκατάσταση. Καθόλου άσχημα.
Αργά το απόγευμα είπα να βγω για μια βόλτα και έπεσα πάνω σε γάμο. Ένα νιόπαντρο ζευγάρι ήρθε για φωτογράφηση εδώ στην παραλία και κάποιοι που τους συνόδευαν χόρευαν και τραγουδούσαν. Όμορφοι ήχοι, όμορφος κόσμος. Η παραλία μαγευτική. Τα νερά τραβήχτηκαν στη θάλασσα και ντόπιοι και ξένοι έκοβαν τις βόλτες τους μέχρι και πεντακόσια μέτρα προς τα μέσα. Σκηνές που μου θύμισαν το πρώτο ονειρικό ταξίδι στην Ταϊλάνδη και το Κο Σαμούι. Αφού τριγύρισα για αρκετή ώρα και έβγαλα και τις φωτογραφίες μου, πεινασμένος καθώς ήμουν κίνησα για την πόλη. Και περπάτησα άλλα έξη χιλιόμετρα, φτάνοντας μέχρι τις παρυφές της, εκεί όπου βρίσκεται το καζίνο, αλλά και το πιο διάσημο, όπως ακούγεται, κλαμπ της Μοζαμβίκης, το Coconuts. Κάθισα σε μια μπυραρία που σερβίρει και φαγητό και είπα να δοκιμάσω μια μπριζόλα και τις ντόπιες μπύρες. Εύγευστη η μπριζόλα, αφού την έκανα... ταϊλανδέζικη. Βλέπετε, μόλις παράγγειλα το φαγητό, μου έφεραν ένα μπολάκι με ψιλοκομμένα πιπέρια. Αντικρίζοντάς τα, πήρα το δαιμονικό μου ύφος και τους ρώτησα αν έχουν λάδι ψαριού και σκόρδο. Μου απάντησαν θετικά και σε λίγο τα είχα στα χέρια μου. Πήρα, λοιπόν, να φτιάχνω το αγαπημένο μου ταϊλανδέζικο σος, κάτω από τις απορημένες ματιές τους. Όταν έφτασε η μπριζόλα, την ψιλόκοψα κι αυτήν, την ανέμιξα με το ρύζι, έριξα από πάνω το πικάντικο σος και για λίγο βρέθηκα στην αγαπημένη μου Τσιανγκ Μάι!
Όσο για τις μπύρες, δοκίμασα Λαυρεντίνα και 2Μ. Και οι δύο καλές, αλλά κάπως αδύνατες για ένα πότη των κυβικών μου.
Λίγο μετά τις δέκα και αγνοώντας τις προειδοποιήσεις ότι το βράδυ πρέπει να κυκλοφορεί κανείς μόνο με ταξί (αν δε δείχνεις φόβο, δεν έχεις τίποτα να φοβηθείς, λέω εγώ), πήρα τα πόδια μου και πάλι και κίνησα για το δωμάτιό μου. Στη διάρκεια της διαδρομής δε με ενόχλησε σχεδόν κανείς. Όταν με πλησίασαν κάποιες πόρνες ρωτώντας αν θα ήθελα να έρθουν μαζί μου, τους απάντησα με χαμόγελο, «όχι, ευχαριστώ», και με άφησαν στην ησυχία μου...

Νεώτερα από τη Ζιμπάμπουε

Μόλις πήρα ένα e-mail από τον ξάδελφο, που με ενημερώνει ότι το ανέκδοτο που αποκαλούν «κυβέρνηση» στη Ζιμπάμπουε, αποφάσισε στα πλαίσια των νέων οικονομικών μέτρων, να εκδώσει νέα χαρτονομίσματα, από τα οποία θα αφαιρεθούν τρία μηδενικά. Τα εκατό χιλιάδες δολάρια παραδείγματος χάριν, θα μετατραπούν σε εκατό, και έτσι δε θα ακούγονται υπερβολικές στ’ αυτιά του κόσμου οι τιμές.
Σημειώνω ότι τα χαρτονομίσματα των εκατό χιλιάδων είχαν πρωτοκυκλοφορήσει μόλις δύο μήνες πριν. Αυτό, αν μη τι άλλο, δείχνει ότι στο κυβερνητικό τυπογραφείο είναι... δουλευταράδες!

Το Σπίτι στο Λόφο

Πέμπτη 3 Αυγούστου

Είναι απίστευτο αλλά κόλλησα στο Μπαμπάνε. Κάθε βράδυ αποφασίζω να φύγω, κάθε πρωί αλλάζω γνώμη. Η πολλή γαλήνη μου βγήκε σε κακό υποθέτω. Τώρα, πως μπορεί κανείς να είναι γαλήνιος ενώ η φύση γύρω του είναι αγριεμένη είναι άλλη ιστορία.
Ναι, κάθε μέρα που περνά οι άνεμοι όλο και δυναμώνουν. Μη με ρωτάτε μποφόρια, απλά είναι πάρα-πάρα πολύ δυνατοί. Και όπως μου λέει ο Κρις, μάλλον θα κρατήσουν μέχρι την πανσέληνο του Αυγούστου. Μιλώντας για τον καιρό να πω ότι τώρα τελειώνει η περίοδος της ξηρασίας. Ο «μήνας των ανέμων» θα κρατήσει δύο περίπου βδομάδες και μετά θα αρχίσει η περίοδος των βροχών.
Πάντως οι άνεμοι έχουν ενδιαφέρουσες και ολίγον οδυνηρές επιπλοκές: να, το γειτονικό κτήριο έχασε τη στέγη του, ενώ από τις πρώτες πρωινές ώρες δεν έχουμε ηλεκτρικό (μαθημένο το βουνό στα χιόνια – βλέπε Ζιμπάμπουε), ενώ πολλά δέντρα έχουν πέσει στους δρόμους και τις αυλές. Πάντως δε βλέπω κανένα να παραπονιέται ή να διαμαρτύρεται για κάτι. Απλά δουλεύουν για να διορθώσουν τις ζημιές.
Τελικά πολύ μου αρέσει η ζωή εδώ στη μικρή Μπαμπάνε κι ας μην έχει τις «ανέσεις» στις οποίες ήμουν συνηθισμένος. Μου αρέσει κι αυτό το μικρό πανδοχείο, το Γκρίφτερς, στην πλευρά ενός λόφου. Μου αρέσει αυτή η συνεχής αίσθηση σιέστας, οι αβάστακτα αργοί ρυθμοί. Αλλά, για να πω το κρίμα μου, δε θα μπορούσα να ζήσω εδώ. «Και που θα μπορούσες να ζήσεις;» θα με ρωτούσε κάποιος. Έλα ντε!
Το σπίτι στο λόφο μπορεί να περιμένει...

Υ.Γ. Ακούγοντας τις ειδήσεις στο ραδιόφωνο το βράδυ, έμαθα ότι πολλοί άνθρωποι έχασαν τις φτωχά τους υπάρχοντα στη διάρκεια της ανεμοθύελλας, η οποία ήταν η χειρότερη των τελευταίων χρόνων. Πάντως κανείς, ακόμη, δε ρίχνει το φταίξιμο στην κυβέρνηση για τον καιρό.

Από αναβολή σε αναβολή...

Τετάρτη 2 Αυγούστου

Τα πάω όλα σ’ αυτό το ταξίδι. Ίσως να φταίει το ότι δεν πολυβιάζομαι. Ίσως το ότι μου αρέσει η ζωή εδώ στο Μπαμπάνε. Ίσως να φταίει και η τεμπελιά μου. Όπως και νάχει, η αναχώρηση αναβλήθηκε για μια μέρα, αν και αυτό δεν είμαι και σίγουρος ότι θα μου βγει σε καλό, αφού από χθες το πρωί φυσάει ένας διαβολεμένος αέρας, που ώρες-ώρες φοβάμαι ότι θα παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά του, ενώ το βράδυ γνώρισα την εμπειρία μιας πρώτης αφρικανικής καταιγίδας. Έβρεχε, άστραφτε και βροντούσε για οκτώ ώρες και πολύ το χάρηκα.
Σήμερα ο ουρανός είναι καθαρός, αλλά οι θυελλώδεις άνεμοι έχουν ρίξει τη θερμοκρασία κατακόρυφα. Για πρώτη φορά εδώ και έξη μήνες νιώθω το κρύο και σκέφτομαι, έτσι για αλλαγή, να βγάλω το κοντομάνικο κι ας μην πήγε κάτω από πέντε βαθμούς η θερμοκρασία. Ας είναι.
Κατά τα άλλα, τις επόμενες ημέρες θα κάνω κάτι το αδιανόητο: θα κάνω αίτηση για «δουλειά», αν και αυτή θα είναι αμισθί. Αν την πάρω αυτό θα σημάνει την αναβολή των μελλοντικών μου σχεδίων, αλλά ταυτόχρονα θα κάνω πραγματικότητα ένα όνειρο ζωής.
Λεπτομέρειες – αν και εφόσον προσληφθώ – προσεχώς...

Τρίτη, Αυγούστου 01, 2006

Περπατώντας με τα ιμπάλα...

Και ξαπλώνοντας με τα λιοντάρια. Ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων! Τελικά δεν πήγα στην πανήγυρη που έλεγα τις προάλλες. Αντί αυτού προτίμησα τα ζώα. Έτσι σε δύο ημέρες επισκέφθηκα ισάριθμα εθνικά πάρκα. Την Κυριακή πήγα στο Μιλουάνι (Milwani) και τη Δευτέρα στο Χλάνι (Hlane), 35 και 110 χιλιόμετρα μακριά από το Μπαμπάνε αντίστοιχα. Πάντα στη Σουαζιλάνδη.
Το δεύτερο είναι πιο μεγάλο και πιο σημαντικό, αλλά εμένα μου άρεσε περισσότερο το πρώτο. Κι αυτό επειδή το γύρισα με τα πόδια, περπατώντας στ’ αλήθεια με τα ιμπάλα, όπως δείχνει και το πολύ κοντινό πλάνο. Τι άλλο είδα εκεί; Πουλιά των οποίων τα ονόματα μου διαφεύγουν, βουβάλια, ζέβρες, κάτι που μοιάζει με αγριογούρουνο αλλά δεν είναι, νεαρούς κροκόδειλους που δεν κατάφερα να φωτογραφίσω επειδή τρέχουν σαν τρελοί, πολλά πολλά άλογα και κάποια γιάλα. Πραγματικά απόλαυσα αυτή τη βόλτα των δεκαπέντε τουλάχιστον χιλιομέτρων.
Ο Καλός Κύριος Σίπο

Το Μιλουάνι βρίσκεται τρεισήμισι χιλιόμετρα από το δρόμο που ενώνει το Μπαμπάνε με ένα οικισμό που ακούει στο όνομα Μαχλάνιε. Στον πηγαιμό περπάτησα τα δυόμισι, ενώ για το τελευταίο με μετέφερε ο καλός κύριος Σίπο, ταξιτζής παρακαλώ, ο οποίος μάλιστα βγήκε από το δρόμο του, για να μη με αφήσει να καλύψω με τα πόδια όλη την απόσταση μέχρι το πάρκο. Στην αρχή της μικρής διαδρομής μου ξεκαθάρισε: «Μην ανησυχείς, δε θα σε χρεώσω. Δεν είμαι κλέφτης». Και όντως δε με χρέωσε, αν και επέμενα να του δώσω κάποιο φιλοδώρημα.
Τον κύριο Σίπο το συνάντησα και στο γυρισμό, παρέα με κάποιους φίλους του, που ήταν πολύ... πιστοί. Ο αγαπημένος τους ψαλμός είπαν είναι ο 1:40 που λέει: “Drink Beer and Be Happy”! Με πήγαν μέχρι και το σταθμό των λεωφορείων σε μια γειτονική πολίχνη, πράγμα για το οποίο τους ευχαρίστησα από καρδιάς.
Στο Χλάνι

Τρία λεωφορεία άλλαξα για να πάω στο Χλάνι. Πρώτα πήρα ένα για το σταθμό της Μπαμπάνε, μετά ένα άλλο για το Μανζίνι και τέλος ένα κόμπι που πήγαινε στη Σιμούνιε και το οποίο περνούσε από το Πάρκο Χλάνι. Όταν έφτασα εκεί συνάντησα και τέσσερις ινδές, γέννημα θρέμμα ΗΠΑ, που είχα γνωρίσει δυο μέρες πριν στο Γκρίφτερς και οι οποίες δήλωναν ενθουσιασμένες μ’ αυτά που είδαν(κάθονται μπροστά μου τώρα, εδώ στο Γκρίφτερς, και παρακολουθούν τηλεόραση παρέα με τη Λούλου, την 26 μηνών κόρη του ιδιοκτήτη και μασκότ του πανδοχείου).
Εκεί, μια και ήταν πολύ μακριά από το Μπαμπάνε και ο χρόνος δε θα μ’ έφτανε, αποφάσισα να ακολουθήσω και πάλι ένα δήθεν σαφάρι. Φορτώθηκα, λοιπόν, με μια οικογένεια ολλανδών σ’ ένα τζιπ και κινήσαμε. Η αρχή καλή αφού δεν αργήσαμε να συναντήσουμε τα λιοντάρια να... λιάζονται. Από εκεί μέχρι να δούμε το επόμενο άγριο ζώο (τα ιμπάλα δε μετράνε, αφού τα συναντά κανείς κατά χιλιάδες) μας πήρε τουλάχιστον μια ώρα. Οι «γάτες» (Cheetahs) κρύβονταν, οι λεοπαρδάλεις δεν κυκλοφορούν στη διάρκεια της ημέρας, οι ιπποπόταμοι την κάνανε για ένα ποτάμι τώρα το χειμώνα. Τελικά συναντήσαμε ένα ρινόκερο να κόβει βόλτες, αλλά βλέποντάς μας το έβαλε στα πόδια. Μετά από ώρα πολλή είδαμε ένα ελέφαντα, ένα γιάλα και κάποια πουλιά κι αυτό ήταν όλο. Ευτυχώς, όμως, στο τέλος μας χαμογέλασε η τύχη, αφού επιστρέφοντας εκεί από όπου ξεκινήσαμε, είδαμε κάποιους ρινόκερους να λιάζονται δίπλα από μια λιμνούλα.

Ο Καλός Κύριος...;

Φεύγοντας από το πάρκο, βγήκα έξω στο δρόμο και περίμενα κάποιο λεωφορείο, που δεν ερχόταν. Μετά από μισή ώρα η υπομονή μου άρχισε να εξαντλείται και αποφάσισα να κάνω ώτο-στοπ. Με το που σήκωσα το χέρι μου σταμάτησε ο... (η μνήμη μου είναι άθλια σε ό,τι αφορά τα ονόματα) και προσφέρθηκε να με πάει σε μια στάση λεωφορείων, είκοσι χιλιόμετρα πάρα κάτω, δέκα περίπου χιλιόμετρα πιο μακριά απ’ ότι ο ίδιος θα πήγαινε. Όταν θέλησα να τον ευχαριστήσω με διέκοψε απότομα: “No… No… Don’t thank me. It’s been a pleasure!” Και αμέσως γεννήθηκε στο νου μου η απορία: «Ποιος λευκός θα έβγαινε από το δρόμο του μόνο και μόνο για να πάει κάπου κάποιο μαύρο;» Έλα ντε!
Το βράδυ με βρήκε πολύ-πολύ κουρασμένο εδώ στο Μπαμπάνε, αλλά φανερά ικανοποιημένο, γι’ αυτό και το γιόρτασα κατεβάζοντας τεσσερισήμισι λίτρα Milk Stout (Η Γκίνες της Αφρικής θα έλεγα).

Σουαζιλάνδη Τέλος

Σήμερα είναι η τελευταία μου μέρα στη Σουαζιλάνδη. Αύριο φεύγω για άλλες πολιτείες, αλλά κάπου νιώθω ότι θα μου λείψει αυτό το μέρος. Όχι, δε θα έλεγα ότι με βοήθησε να γαληνέψω, η τελευταία φορά εξάλλου που πραγματικά εκνευρίστηκα ήταν έξη μήνες πριν, αλλά να, συμπάθησα τους ανθρώπους εδώ και πιστεύω ότι κάτι μου πρόσφεραν με τον τρόπο τους, αν και δεν μπορώ να πω ακριβώς τι είναι αυτό.
Όπως και νάχει, αυτό το μέρος του ταξιδιού φτάνει στο τέλος του. Ας δούμε τι θα μας φέρει η επόμενη μέρα...

Κυριακή, Ιουλίου 30, 2006

Ένα σπίτι, μακριά απ’ το σπίτι

Σάββατο 29 Ιουλίου

Σ’ αυτό έχει αρχίσει να μετατρέπεται σιγά-σιγά το Μπαμπάνε (όπως το αποκαλούν οι κάτοικοι, και όχι το Μαμπαμπάνε όπως γράφεται). Ένα σπίτι μακριά απ’ το σπίτι, αυτή τη φορά στην Αφρική, όπως ήταν – αλλά όχι ακριβώς – η Τσιανγκ Μάι στην Ασία.
Μου αρέσουν οι αργοί ρυθμοί της ζωής εδώ, μου αρέσει ότι δε θυμίζει – πέρα από τα δύο εμπορικά κέντρα – σε τίποτα τη δύση, μου αρέσει που η φτώχεια εδώ δεν είναι διάχυτη (αν και υπάρχει) και τέλος, μου αρέσει επειδή εδώ συναντώ πολλά άτομα με τα οποία μοιραζόμαστε λίγο πολύ τις ίδιες απόψεις και εμπειρίες.
Τα τελευταία δύο βράδια στο μπαράκι του Γκρίφτερς μοιραστήκαμε πολλές ιστορίες, μιλήσαμε για βιώματα, ανταλλάξαμε απορίες, ένα κορίτσι δάκρυσε μπροστά από τη φωτιά του μπράι μιλώντας μου για τον καλύτερό της φίλο στη Βόρεια Καρολίνα που κάποιος πυροβόλησε και σκότωσε, χωρίς καμιά αιτία («Αυτές οι δύο σφαίρες, σα να σκότωσαν και μένα. Μ’ έβγαλαν από τις ψευδαισθήσεις μου. Και για να πω την αλήθεια με έκαναν αυτή που είμαι. Αλλά, γαμώτο, ήταν ανάγκη να πεθάνει. Ποιος διεστραμμένος εγκέφαλος εφηύρε τα όπλα; Γιατί;»)
Α, ναι, είναι και το τζάκι. Χειμώνας εδώ και αν και εγώ είμαι συνεχώς με το κοντό παντελόνι οι άλλοι κρυώνουν. Και ανάβουν το τζάκι. Και αν δεν βλέπουν τηλεόραση (ουφ), κάθονται μπροστά από τη φωτιά και λένε ιστορίες.
Υπολόγιζα να μείνω εδώ για δύο μέρες, έφτασα ήδη τις τέσσερις και μάλλον θα πάω μέχρι και τις εφτά. Αύριο υπάρχει κάποιου είδους πανήγυρη με χορούς και τραγούδια, σε κάποια άλλη, όχι πολύ μακρινή πόλη, την οποία μάλλον θα τιμήσω με την αδαή παρουσία μου, και τη Δευτέρα υπολογίζω να επισκεφθώ κάποιο Πάρκο Ζώων (Game Reserve), τριάντα χιλιόμετρα από δω. Από Τρίτης ίσως κινήσω για το Λεσόθο, ίσως και όχι.
Πάντως όλοι μου λένε ότι καλό θα ήταν αν ήμουνα εδώ τις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη, όταν θα πραγματοποιηθεί μια μεγάλη γιορτή, οργανωμένη από τη Βασίλισσα Μαμά (Queen Mother), στη διάρκεια της οποίας θα πέσει πολύς χορός και τραγούδι και θα ρέει άφθονη η μπύρα. Η γιορτή αυτή διοργανώνεται κάθε χρόνο, για δύο βδομάδες, με αποκορύφωμα τις μέρες της Πανσέληνου του Σεπτεμβρίου, και σκοπός της είναι – αν θέλει – ο βασιλιάς, να διαλέξει κάποια νέα νύμφη από τις παρθένες που μαζεύονται εκεί. Συνήθως θέλει και παραθέλει ο... πλεϊμπόι (φτάνει να δει κανείς τις φωτογραφίες του για να καταλάβει τι εννοώ), αφού μέχρι σήμερα μετρά δεκατέσσερις γυναίκες.
Κατά τα άλλα, μάλλον θα πρέπει να σταματήσω να κάνω σχέδια, αφού όλα ανατρέπονται, κάθε μέρα που περνά. Καλύτερα θα ήταν αν τα άφηνα όλα στην τύχη και στον αυθορμητισμό – για να μη χάνω και τον ύπνο μου – αφού έτσι κι αλλιώς τα στοιχεία αυτά είναι που ορίζουν τη ζωή μου.